Σειρά τριών,πάντοτε επίκαιρων, απομαγνητοφωνημένων ομιλιών
του μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου Περί αιρέσεων
Ὁμιλία 2α – Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΣ
Κυριακή 27-5-1979
Εἴχαμε ἀναφερθῆ τήν περασμένη φορά εἰς τό θέμα γενικά τῆς αἱρέσεως. Ἀλλά τίθεται τό ἐρώτημα: Τί εἶναι αἵρεσις;
Αἵρεσις εἶναι ἡ λογική ἑρμηνεία τοῦ δόγματος· δηλαδή εἶναι ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά κατανοήση τό μυστήριον τοῦ Θεοῦ. Καί ὅταν προσπαθῆ ὁ ἄνθρωπος νά τό κατανοήση, θέλει νά τό κατατάξη μέσα εἰς τά λογικά κατηγορήματα· δηλαδή θέλει νά λογικοποιήση κάτι πού εἶναι πέρα ἀπό τήν λογική. Στήν προσπάθειά του ὅμως νά λογικοποιήση, νά κάνη λογικό δηλαδή, ἐκεῖνο τό ὁποῖον δέν μπαίνει μέσα στά στενά ὅρια τῆς λογικῆς, κατ’ ἀνάγκην θά ξεφύγη· κι ἀφοῦ θά ξεφύγη, αὐτό εἶναι αἵρεσις. Ὥστε λοιπόν αἵρεσις πάντοτε εἶναι ἡ λογικοποίησις τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀποκαλύψεως· ἐπειδή πάντα, ἐπαναλαμβάνω, ἡ ἀποκάλυψις εἶναι ὑπέρ λόγον, εἶναι πιό πάνω ἀπό τήν λογική.
Ὁ Θεός, ἐπί παραδείγματι, λέγει στόν Ἀβραάμ: «Θά γεννήσης παιδί τώρα πού εἶσαι ἑκατό χρονῶν.». Ἄν ὁ Ἀβραάμ βάλη τήν λογική, θά πῆ: «Πῶς εἶναι δυνατόν αὐτό νά γίνη;». Καί ἀπό τή στιγμή πού θά βάλη τήν λογική, θά λογικοποιήση δηλαδή αὐτό πού τοῦ ἀποκαλύπτεται, ἀμέσως θά τό ἀπορρίψη καί θά πῆ: «Δέν εἶναι δυνατόν · εἶμαι ἑκατό χρονῶν ! ». Ὅταν ὅμως πῆ «Ἐγώ μέν δέν τό καταλαβαίνω· ἀλλά, ἀφοῦ τό λέγει ὁ Θεός, τό πιστεύω ὅπως εἶναι, τό ἀφήνω λοιπόν ὅπως εἶναι.», ἀπό τήν στιγμή ἐκείνη καί πέρα μένει στήν ὀρθήν πίστιν. Ὅταν λοιπόν τό λογικοποιήση, τότε θά τό ἀπορρίψη ἤ θά τό διαστρέψη, θά τό ἀλλάξη, θά τό τροποποιήση· ἀπό τή στιγμή ἐκείνη εἶναι εἰς τόν χῶρο τῆς αἱρέσεως.
Διάβολος καί ἀνθρώπινος ἐγωϊσμός: οἱ γεννήτορες τῆς αἱρέσεως
Ποιός γεννᾶ τήν αἵρεσι; Δυό πράγματα: ὁ Διάβολος καί ὁ ἐγωϊσμός τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Διάβολος εἶναι ὁ σπορεύς τῶν ζιζανίων τῆς παραβολῆς τῶν ζιζανίων, πού ἐλέγαμε τήν περασμένη φορά. Ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἡ μέθοδός του, ἡ μέθοδος τῆς νοθείας. Μετά τόν Σταυρόν καί τήν Ἀνάστασιν ὁ Διάβολος πλέον μετέρχεται τήν μέθοδον τῆς νοθείας, δηλαδή τῆς ἀποκλίσεως ἀπό τήν ἀλήθειαν, δηλαδή τήν αἵρεσιν. Ὁ Διάβολος δέν ἀρνεῖται, ἀλλά τροποποιεῖ. Αὐτή εἶναι ἡ μέθοδός του ἡ συστηματική, πού σέ κάθε ἐποχή θά πάρη λεπτάς ἀποχρώσεις· ὡστόσο ὅμως βασικά πάντα θά μένη ἡ ἰδία μέθοδος, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως μέχρι καί σήμερα. Αὐτή ἡ μέθοδος τῆς νοθείας εἶναι ὁ καρπός αὐτοῦ τοῦ διαβολικοῦ φθόνου καί τῆς διαβολικῆς κακίας.
Ὁ ἀνθρώπινος ἐγωϊσμός ὁμοίως γεννᾶ τήν αἵρεσιν. Καί γεννᾶται ἡ αἵρεσις εἴτε ὑπό τήν μορφήν τῆς ὑπερηφανείας, ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου, εἴτε ὑπό τήν μορφήν τῆς ἐμμονῆς εἰς τόν διεφθαρμένον βίον. Τόσο τήν ὑπερηφάνεια, ὅσο καί τόν διεφθαρμένον βίον, ὁ Διάβολος τά ἐκμεταλλεύεται, τά καθιστᾶ ὄργανα εἰς τά χέρια του, καί ἔτσι, ἔχοντας ὄργανα τούς διεφθαρμένους καί τούς ὑπερηφάνους ἀνθρώπους, διαδίδει μίαν αἵρεσίν του.
Ὁ διεφθαρμένος βίος αἰτία αἱρέσεως
Διά τήν περίπτωσιν τοῦ διεφθαρμένου βίου. Λέγει ὁ Κύριος: «Ἐάν τις θέλῃ τὸ θέλημα αὐτοῦ ποιεῖν, δηλαδή τοῦ Θεοῦ, γνώσεται περὶ τῆς διδαχῆς, πότερον ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν ἢ ἐγὼ ἀπ’ ἐμαυτοῦ λαλῶ.»[Ιω.7,17]. «Ἐάν», λέγει, «κάποιος θέλη νά κάνη τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, νά τηρήση τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, νά ἀποφύγη τήν ἁμαρτία καί νά τηρήση ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ», τότε –προσέξτε παρακαλῶ νά δῆτε θαυμάσιον κριτήριον πού θέτει ὁ Κύριος, κριτήριον διακρίσεως– «τότε αὐτομάτως θά παραδεχθῆ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἀληθινός». Καί ὅταν δεχθῆ ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἀληθινός, δηλαδή Θεάνθρωπος, τότε βεβαίως δέν κινδυνεύει νά πέση σέ καμμίαν ἀπόκλισιν, σέ καμμίαν αἵρεσιν. Πότε; Ὅταν θά τηρήση ἀπολύτως τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, συνεπῶς ὅταν εἶναι ὁ ἁγνός καί ὁ καθαρός ἄνθρωπος.